Γιατί μ’ αρέσει η ποίηση της Άσπας Κορωνάκη
Του Χρύσανθου Ξάνθη
*σε εισαγωγικά βρίσκονται στίχοι των ποιημάτων
*σε παρενθέσεις οι τίτλοι των ποιημάτων
Η Άσπα είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση δημιουργού. Πολλές φορές οι δημιουργοί, θεωρούν εαυτούς Ποιητές, Λογοτέχνες ή Ζωγράφους. Και βρίσκεσαι σε αμηχανία, καθώς οφείλεις να τους προσγειώσεις και ίσως να τους προστατεύσεις. Η δημιουργία δεν είναι κάτι ασήμαντο, κάτι εφήμερο ή και εύκολο. Και όμως, πολλοί δεν απολαμβάνουν το ωρίμασμα και την έκφραση, τη γέννα και την οδύνη, την «αρμονία της ψυχής», αλλά τρέχουν να φτιάξουν ταυτότητες.
Η Άσπα ανήκει λοιπόν στην παρέα αυτή που δεν κοιτάζεται στον καθρέφτη. Που εκφράζεται ήρεμα, σχεδόν στα όρια της σιωπής. «Άσπα» της λες, «λίγο πιο δυνατά, αυτό που γράφεις μας λυτρώνει».
Το τι έχει στα τρίσβαθα της ψυχής του ο δημιουργός, δεν έχει και πολύ σημασία για τον αναγνώστη. Ίσως και ο ίδιος να μην το ξέρει. Το τι γεννά η δημιουργία του σε καθέναν από εμάς είναι μη καθορισμένο. Είναι αυτές οι «απρόσμενα ζεστές καλημέρες», το ωραίο άγνωστο, το αναπάντεχα οικείο. Και εδώ είναι το πρώτο στολίδι της ποίησης της Άσπας. Δεν είναι καθοδηγητική ποίηση. Δεν σε βιάζει να ακολουθήσεις ένα συγκεκριμένο μονοπάτι. Αποφεύγει τους εύκολους συναισθηματισμούς και τις τετριμμένες καταγγελίες, σου δημιουργεί ένα περιβάλλον –μοιράζεται με όσους και όσες θέλουν– για να πλανευτείς κι εσύ όπως και αν θέλεις ή «και αν ψάξεις στα αλήθεια να με βρεις».
Ελεύθερη βούληση, λοιπόν.
Το δεύτερο στολίδι, η δημιουργία εικόνων, άλλοτε σαν ζωγραφικός πίνακας (Η Πολίχνη), άλλοτε σαν σουρεαλιστική μαγεία (Αιώνιο Κρησφύγετο). Ακόμα και οι πιο κρυφές σκέψεις έχουν την τάση να εξωτερικεύονται, να εμφανίζονται ή μάλλον να αποκαλύπτονται στον αναγνώστη χωρίς δραματοποιήσεις. Ενίοτε οι ήρωές της δεν μιλούν πολύ, τους αρκεί μία μόνο φράση για να τα πουν όλα: «δεν έπρεπε να την είχα προδώσει». Αυτή η ικανότητά της ποίησης της Άσπας είναι γοητευτική χωρίς ίχνος υπερβολής.
Το τρίτο, για μένα, είναι το θάρρος να μιλήσει για τα «πονάκια εδώ και εκεί» (Ο χρόνος και ο χρόνος μας), για την ήττα «η ήττα περνάει απαρατήρητη» (Οι σκυφτοί) ενάντια στη δυτικότροπη αντίληψη που ξορκίζει από τη μία την ήττα, αφού απαγορεύεται να χάσεις, και από την άλλη θυματοποιεί γκρινιάζοντας για τους πόνους της ζωής.
Εδώ η Άσπα απενοχοποιεί την ήττα αλλά συνάμα οικειοποιείται τις αμυχές.
Για το τέλος αφήνω την «Κυριακάτικη λιακάδα» (Για ποια λιακάδα μου μιλάς), που αν θες σε παίρνει από το μανίκι και σε πάει στις βαθιές ανθρώπινες ελπίδες των παιδικών μας χρόνων.
Αυτά από μένα για την ποιητική συλλογή της Άσπας Κορωνάκη, που χάρηκα πολύ που γνώρισα τόσο εκείνην όσο και τη δημιουργία της.
«Σιωπά σαν πρέπει να σιγήσει
μιλά σαν πρέπει να μιλήσει»